Ομογένεια

Απόδημος Ελληνισμός και Ομογένεια του Εξωτερικού

Η Αγιάσος, που πριν τον Πόλεμο έφτανε τις 7-8 χιλιάδες κατοίκους, πλήρωσε βαρύ τίμημα τις επόμενες δεκαετίες χάνοντας το μισό μόνιμο πληθυσμό της εξαιτίας της εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης. Μια αιμορραγία που έφτασε τα όρια της αφαίμαξης τις τελευταίες δεκαετίες, καταγράφοντας μια από τις μεγαλύτερες πληθυσμιακές μειώσεις οικισμού σε όλο το Βόρειο Αιγαίο.

Η Αμερική είχε γίνει πόλος έλξης για τους Έλληνες μετανάστες ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα. Το πρώτο μαζικό μεταναστευτικό κύμα προς την Αμερική πρωτοεμφανίζεται στη δεκαετία του 1890. Μέχρι το 1920 περίπου 400.000 Έλληνες, από το μισό εκατομμύριο που είχαν εγκαταλείψει τη χώρα, δούλευαν στις ΗΠΑ.

Μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο και τον Εμφύλιο η Ελλάδα βιώνει άλλη μια τραγική περίοδο της ιστορίας της. Ανεργία, κοινωνική ανασφάλεια, μετεμφυλιακές διώξεις και κατατρεγμός, ανέχεια μαστίζουν κυρίως τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα του πληθυσμού, που αναζητούν διέξοδο για μια καλύτερη ζωή στη μετανάστευση. Το 1960 μάλιστα, την εποχή της μεγάλης εξόδου, υπογράφεται η ελληνογερμανική συμφωνία «Περί απασχολήσεως Ελλήνων εργατών στη Γερμανία», όπου θα μεταναστεύσουν περίπου ένα εκατομμύριο Έλληνες. Η Αμερική, ο Καναδάς, η Αυστραλία, το Βέλγιο θα αποτελέσουν με τη σειρά τους κέντρα υποδοχής μεταναστών.

Ο πρώτος Έλληνας μετανάστης που εγκαταστάθηκε με τη θέλησή του στην Αυστραλία ήταν ο Γιώργος Τραμουντάνας το 1842. Ο πρώτος Αγιασώτης μετανάστης στην Αυστραλία ήταν ο αείμνηστος Σάββας Ιγνατίου Περγάμαλης (Βεργάμαλης), αντάμα με τη γυναίκα του Άννα Παπαμιχαήλ από τη Σύμη, που φτάνουν στο Σίδνεϊ στις 15 Αυγούστου 1947. Τότε πέφτει ο πρώτος σπόρος που έμελλε να θεριέψει και να μετεξελιχτεί σ’ ένα πελώριο μεταναστατευτικό κύμα, που στο πέρασμά του ξεκλήρισε οικογένειες ολόκληρες.

Ο δεύτερος κατά σειρά Αγιασώτης που φθάνει στο Σίδνεϊ είναι ο Νικόλαος Περγάμαλης (Βεργάμαλης), αδελφός του Σάββα. Οι περισσότεροι συγχωριανοί μα ήρθαν στο Σίδνεϊ με πρόσκληση του μπαρμπα-Νικόλα. Ο ίδιος όμως δεν παρέμεινε για πολλά χρόνια στην Αυστραλία. Επαναπατρίστηκε οικογενειακά το 1959, αφήνοντας πίσω μόνο το γιο του Μιχάλη. Γύρω από τον μπάρμπα-Νικόλα συσπειρώθηκαν και οι περισσότεροι συγχωριανοί μας. Ήλθαν και εγκαταστάθηκαν στην Αυστραλία με την ελπίδα πως σαν περάσει η μπόρα και βγει το ουράνιο τόξο θα ξαναγύριζαν θριαμβευτές στα πάτρια εδάφη.

Η Ομογένεια του Σύδνεϋ, πρωτοπόρος στη μεταλαμπάδευση των παραδόσεων της νυφούλας του λεσβιακού Ολύμπου στη μακρινή Αυστραλία, ήταν πάντα το πιο ζωντανό κομμάτι της ξενιτεμένης διασποράς,  τυραγνισμένο αποπαίδι που ποτέ δεν έκοψε τον ομφάλιο λώρο του από την κοιλιά της μητέρας πατρίδας, πάντα κρατούσε ανοιχτές τις γέφυρες επικοινωνίας με τη γενέτειρά της, πάντα πότιζε με το ζωογόνο νάμα της τη γενέθλια γη, κάνοντάς την να βλασταίνει και να καρπίζει ακόμα και σε δύσκολες – σαν και τούτη - εποχές οικονομικής αφυδάτωσης, πολιτιστικής λειψυδρίας. Οφείλουμε να τους ευχαριστήσουμε και να τους συγχαρούμε δημόσια για την πλέρια ηθική και υλική στήριξή τους στο Αναγνωστήριό μας και όχι μόνο. Ευελπιστούμε ότι θα τους έχουμε πάντα κοντά μας, ιδιαίτερα σ’ αυτούς τους τρικυμισμένους καιρούς, για να μη ναυαγήσει το ιστορικό σκαρί μας, που θαλασσοδέρνεται στο πέλαγος της διανυόμενης πολύπλευρης κοινωνικής και οικονομικής κρίσης.

Εντωμεταξύ η αφαίμαξη συνεχίζεται. Πολλοί κάτοικοι της Αγιάσου μετακινούνται προς τα αστικά κέντρα και άλλοι για το εξωτερικό, για το Βέλγιο, για τη Ροδεσία, για τον Καναδά και για τη Γερμανία. Όλοι θέλουν να φύγουν, να πάνε μακριά, για να γλυτώσουν από τη φτώχεια και από την κοινωνική ανισότητα. «Στις φάμπρικες της Γερμανίας και του Βελγίου τις στοές…» τραγουδούσε το 1961 ο Στέλιος Καζαντζίδης σε στίχους του Κώστα Βίρβου. Ήταν η περίοδος κορύφωσης του δράματος της μετανάστευσης, στις δύο αυτές χώρες. Εδικά για το Βέλγιο, η χώρα μας προσέφερε χιλιάδες εργάτες ανθρακωρυχείων σε όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Η πρώτη άφιξη, μερικών εκατοντάδων έγινε στη δεκαετία του 1910 αλλά πολλαπλασιάστηκε μετά τη Μικρασιατική καταστροφή. Μετά την επίσημη συμφωνία Ελλάδας-Βελγίου το 1957 για αποστολή εργατικού δυναμικού στα ορυχεία και τη βιομηχανία του Βελγίου περισσότεροι Έλληνες πήγαν στο Βέλγιο αναζητώντας εργασία εκεί. Άμεση συνέπεια ήταν να δημιουργηθεί μία πολυάριθμη ελληνική κοινότητα στο Βέλγιο. Το 1960 στην πόλη Σαρλερουά ζούσαν πολλοί Έλληνες, που δούλευαν σαν εργάτες στα ορυχεία. Οι συνθήκες εκεί ήταν τριτοκοσμικές. Οι εργάτες έπαιζαν καθημερινά κορώνα γράμματα τη ζωή τους, αφού ο κίνδυνος ατυχήματος ήταν μεγάλος. Τα περιστατικά ήταν συχνά και πολλοί έχασαν τα μέλη τους, πόδια ή χέρια, σε εργατικά ατυχήματα. Κάποιοι άφησαν την τελευταία τους πνοή στα σκοτεινά ορυχεία.