Δομημένο Περιβάλλον

Κοινόχρηστες βρύσες: To λάλον ύδωρ της ζωοδότρας πηγής!

Βρύση μου, πετρεκάμαρη, με το κρυό νερό σου…

Οι κοινόχρηστες βρύσες ικανοποιούσαν παλιότερα μια αδήριτη κοινωνική ανάγκη. Προπολεμικά ο  νερουλάς έπρεπε ν’ ανέβει στο βουνό να φτιάξει αυλάκια, για να έρχεται το νερό στα χωράφια και να ποτίζουν οι γεωργοί. Όταν τον συναντούσες στο χωριό, είχε φορτωμένο το ζώο με γκούμια γεμάτα νερό. Άλλες φορές πάλι ξεκινούσε πρωί - πρωί φορτωμένος στους ώμους με δυο τενεκέδες που κρέμονταν σε ένα καμπυλωτό ξύλο. Πήγαινε στις κοινόχρηστες βρύσες, γέμιζε τους τενεκέδες και τους πήγαινε στα σπίτια των πελατών του. Σε κάθε μαχαλά μια κρήνη ήταν πάντα στη διάθεση των γειτόνων, αλλά και των περαστικών ή των επισκεπτών.  Θυμάμαι τις νοικοκυρές που έβαζαν την μπουγάδα τους και ξέπλυναν τα ρούχα. Τους τσίγκινους κουβάδες που γέμιζαν για τις ανάγκες του νοικοκυριού τους. Τους διψασμένους που έσβηναν σ’ αυτές τη δίψα τους. Αλλά οι βρύσες ήταν και τόπος συνάντησης των ερωτευμένων. Εκεί καρτερούσαν τα παλικάρια τις καλές τους, για να αρμέξουν τον έρωτα μέσα από τις ματιές τους…

Ποιός είδε ήλιο αποβραδίς κι αστρί το μεσημέρι,

ποιός είδε κόρη ανύπαντρη στη βρύση να γεμίζει…

Απόψε παραμόνευα μ’ ένα λαμπρό φεγγάρι

για να περάσει η αγάπη μου, νερό να πάει να πάρει…

Με την πάροδο του χρόνου όμως, αφενός η κατασκευή των υδρευτικών δικτύων και η θέσπιση φορολόγησης των δημοτών για την παροχή των ανταποδοτικών δημοτικών υπηρεσιών και αφετέρου η όξυνση του προβλήματος της λειψυδρίας λόγω περιβαλλοντικών αλλαγών και υπερκατανάλωσης, σταδιακά επέβαλαν την κατάργησή τους μέσα στα όρια του οικισμού. Λίγες πια μένουν για να θυμίζουν τις παλιές ανεπίστροφες εποχές. Συνήθως τις κατασκευάζουν ιδιώτες στη μνήμη των γονέων ή άλλων προσφιλών τους προσώπων. Αρκετές απ’ αυτές και ιδιαίτερα οι παλαιότερες είναι πραγματικά έργα τέχνης, με υπέροχες ανάγλυφες παραστάσεις να κοσμούν τις μαρμάρινες προσόψεις τους. Άλλες πάλι είναι απλές και επιχρισμένες με ασβέστη, που εξαφανίζει κάθε καλλιτεχνικό χαρακτηριστικό τους. Οι πιο πρόσφατης κατασκευής γίνονται με άσπρη ή κόκκινη πέτρα και μερικές φορές εντοιχίζονται σ’ αυτές παλιές μαρμάρινες διακοσμήσεις. Δυστυχώς οι περισσότερες είναι πια σφραγισμένες και δεν υπηρετούν το σκοπό της κατασκευής τους. Παραμένουν όμως αψευδείς μάρτυρες της μαστοριάς των παλιών πετράδων και λιθοξόων.

To λάλον ύδωρ της ζωοδότρας πηγής!

Μάζευε ο άνθρωπος κάθε δάκρυ της γης και το 'κανε βρύση. Και η δροσιά της βρύσης έκανε όαση την ερημιά. Πόσες φορές διψασμένοι δουλευτές, εργάτες, ξυλοκόποι, στρατοκόποι και διαβάτες, στη φλόγα του καλοκαιριού δεν έσβησαν την κάψα τους με το γάργαρο νεράκι μιας βρυσούλας που την ανακάλυψαν στο δάσος από το μουρμουρητό του κελαρύσματός της; Κι εκείνη τους έλεγε:

«Διαβάτη πιες το χορταστά το δροσερό νερό μου

και γείρε να ξεκουραστείς στον ίσκιο το δικό μου.»

Έξω από το χωριό εξακολουθούν όχι μόνο να υπάρχουν, αλλά και να αυξάνονται, για τις ανάγκες των ανθρώπων της υπαίθρου, των εκδρομέων και περιπατητών.

Θα σεργιανίσουμε μέσα κι έξω απ' την Αγιάσο, για να δούμε κάποιες απ’ αυτές.