Ιστορία

Οικονομική δραστηριότητα

Οικονομική δραστηριότητα

Γεωργική και Βιοτεχνική παραγωγή

Η Αγιάσος είναι χτισμένη αμφιθεατρικά στις ανατολικές παρειές του όρους Όλυμπος. Στην ορεινή – ημιορεινή περιφέρειά της ανήκουν εκτάσεις καλλιεργήσιμης γης, δάση και απόκρημνες, δύσβατες περιοχές. Η οικονομία της συγκροτήθηκε γύρω από δύο κύριους άξονες : α) τη γεωργική παραγωγή και β) τη βιοτεχνία.

Η γεωργική παραγωγή

Η βασική πηγή εισοδήματος των κατοίκων είναι η ελαιοκαλλιέργεια. Η κτηματική περιφέρεια της Αγιάσου εκτείνεται πολύ μακρύτερα από τα διοικητικά της όρια. Το λιομάζωμα ξεκινά από το φθινόπωρο και σταματά στο τέλος της άνοιξης. Εδώ καλλιεργείται η ποικιλία που λέγεται «ελιά κολοβή» και το λάδι που παράγεται είναι χαμηλής οξύτητας και εξαιρετικής ποιότητας. Εκτός από τις ελιές, η αγροτική παραγωγή της Αγιάσου συμπεριλαμβάνει και κάστανα, καρύδια, μήλα, κεράσια, αχλάδια, βύσσινα, σταφύλια. Η διανομή εκκλησιαστικών, δημοτικών και σχολικών κτημάτων στους ακτήμονες καλλιεργητές, το 1924, επί κυβερνήσεως Ν. Πλαστήρα, έδωσε αποφασιστική ώθηση σ' αυτές τις καλλιέργειες. Οι Αγιασώτες με προσωπικό μόχθο και επίπονη εργασία κατόρθωσαν να μετατρέψουν τα νεοαποκτηθέντα εδάφη σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Με εξαίρεση την αμπελοκαλλιέργεια που έχει σχεδόν εξαλειφθεί στην περιοχή, τα υπόλοιπα αγροτικά προϊόντα εξακολουθούν να παράγονται μέχρι σήμερα και χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης στην τοπική λεσβιακή αγορά.

Για μια σύντομη χρονική περίοδο την εποχή του μεσοπολέμου η Αγιάσος αποτέλεσε επιπλέον κέντρο παραγωγής και εμπορίας σιτηρών, δημητριακών και οσπρίων στο εσωτερικό της Λέσβου.

Η βιοτεχνική παραγωγή

Η βιοτεχνία κατείχε σημαντικό ρόλο στην οικονομική συγκρότηση της Αγιάσου και η ανάπτυξή της είχε καταστήσει την Αγιάσο ένα σπουδαίο βιοτεχνικό και εμπορικό κέντρο της Λέσβου. Η μετοίκηση μεγάλου πλήθους ανθρώπων στις αρχές του 18ου αιώνα στην Αγιάσο, και μάλιστα πολλών καλών τεχνιτών κάθε είδους, και η αντιμετώπιση των αναγκών που δημιουργήθηκαν για την εξυπηρέτηση ενός χωριού, είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία πολλών βιοτεχνιών που τα προϊόντα τους, άριστα ποιοτικά, έγιναν γρήγορα γνωστά και περιζήτητα σ’ όλο το νησί. Είναι πιθανόν ότι η ανάπτυξη της βιοτεχνίας οφείλεται στην ανεπάρκεια της γεωργικής παραγωγής να καλύψει τις βιοποριστικές ανάγκες των κατοίκων της Αγιάσου, οι οποίοι, σύμφωνα με το Στρατή Κολαξιζέλη, έφτασαν τους 7.000-8.000 από το τέλος του 19ου αιώνα μέχρι το 1950 περίπου. Επιπλέον, η έλλειψη άμεσης διεξόδου προς τη θάλασσα, καθώς και η κυρίαρχη μέχρι το 1940 πρακτική του ανταλλακτικού εμπορίου, συνέβαλαν στον προσανατολισμό των κατοίκων στη βιοτεχνική δραστηριότητα.

Οι σημαντικότερες βιοτεχνίες ήταν αυτές που επεξεργάζονταν τον καρπό της ελιάς για την παραγωγή λαδιού, δηλαδή οι παλιοί ελαιόμυλοι, και μετά το 1879 τα ατμοκίνητα ελαιοτριβεία, οι επονομαζόμενες “μηχανές”, που έφτασαν στην Αγιάσο τις πέντε την περίοδο 1900-1940. Πολύ σημαντικές βιοτεχνίες για την τοπική οικονομία ήταν και οι “τσουρχανάδες” ή “κλωσταριά”, που κατασκεύαζαν ελαιόπανα (“τουρβάδες”) για τα ελαιοτριβεία, καθώς και “διαδρόμους”, ένα είδος μακρόστενου καλύμματος δαπέδου. Για τα πρώτα χρησιμοποιούσαν ως πρώτη ύλη αιγότριχα από τη Μακεδονία και κυρίως τη Χαλκιδική, ενώ για τους δεύτερους κυρίως ντόπια αιγότριχα, ή αργότερα ίνες ινδικής κάνναβης.

Μέχρι το 1940 υπήρχαν πολλές άλλες βιοτεχνίες μικρότερης σημασίας, οι οποίες έπαιζαν αρκετά σημαντικό ρόλο στην τοπική οικονομία. Όπως αναφέρει σε σχετικό του άρθρο ο Στρατής Αναστασέλης,  την περίοδο 1900 - 1940 υπήρχαν μεταξύ άλλων: 16 “καπιστράδες-τσιρβουλάδες” που έφτιαχναν ιπποσκευές και υποδήματα, καθώς και 4 “κετσετζήδες” που επεξεργάζονταν τον “κετσέ”, είδος σκληρού υφάσματος από ξασμένο αρνόμαλλο, 16 βυρσοδέψες (“ταμπάκ'δις”), περισσότεροι από 20 σακκοποιοί (“ιμ'τάφ'δις”) που κατασκεύαζαν δισάκια, “λιόπανα” και “διαδρόμους”, 8 σαμαράδες, 6 σαπουνάδες, 27 τσουκαλάδες-αγγειοπλάστες, 26 παπουτσήδες (τσαγκάρηδες), 40 περίπου σιδεράδες - πεταλωτήδες (αλμπάν’δις), 12 “αμπατζήδες” - γουναράδες, 16 φραγκοραφτάδες που έραβαν τις “ευρωπαϊκές φορεσιές”, 15 υλοτόμοι (“μπισκιτζήδες”), 10 ασβεστάδες, 7 οικογένειες (“σόγια”) χτίστες, 8 οικογένειες μαστόροι και εργάτες σε λιοτρίβια, περισσότεροι από 25 μαραγκοί, 7 νταμαρτζήδες που κατασκεύαζαν κυρίως λίθινες “γωνίες” για τα οικήματα και άλλοι. Οι περισσότερες από τις παραπάνω βιοτεχνικές δραστηριότητες παρήκμασαν μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο, εξαιτίας της ανάπτυξης του εμπορίου και της βιομηχανίας, της εισαγωγής φτηνών βιομηχανικών ειδών από τα νέα παγκόσμια οικονομικά κέντρα και τα μεγάλα εθνικά αστικά κέντρα, του εκχρηματισμού της οικονομίας, της ανάπτυξης νέων τρόπων μεταφοράς των προϊόντων και του μεταναστευτικού ρεύματος.

Ιδιαίτερη αναφορά θα κάνουμε για τη λεγόμενη καλλιτεχνική βιοτεχνία, που στην Αγιάσο εκδηλώνεται με την ανάπτυξη δυο παραδοσιακών τεχνών: της κεραμικής και της ξυλογλυπτικής.