Πανίδα και χλωρίδα

Οι ορχιδέες της Λέσβου

Οι ορχιδέες είναι η νεότερη οικογένεια λουλουδιών. Αναφέρεται ότι μέχρι σήμερα είναι γνωστά γύρω στις 20.000 – 35.000 είδη που κατανέμονται σε 800 περίπου γένη. Είναι τα περισσότερο διαδεδομένα λουλούδια, έχουν τους μικρότερους σπόρους, τους εξτρεμιστικότερους τόπους ανάπτυξης, τις πλουσιότερες και μικρότερες φόρμες λουλουδιών και φημίζονται για τη διάρκεια της ανθοφορίας τους. Οι ορχιδέες ευδοκιμούν σ’ όλες σχεδόν τις περιοχές της γης. Ιδιαίτερα όμως αναπτύσσονται στις περιοχές των τροπικών ζωνών. Τις ορχιδέες στον ελλαδικό χώρο περιέγραψε από τους πρώτους ο Λέσβιος (Ερέσιος στην καταγωγή) Θεόφραστος (371-287 π.Χ.) που τους έδωσε το όνομα όρχεις, εξαιτίας της ομοιότητας των δίδυμων κονδύλων τους με τα ανδρικά γεννητικά όργανα.

Οι ορχιδέες που ευδοκιμούν στα εύκρατα ή ψυχρά κλίματα – όλες δηλαδή οι ευρωπαϊκές – είναι επίγειες. Τα περισσότερα ορχεοειδή διαθέτουν φύλλα με παράλληλες νευρώσεις και σχεδόν αδιόρατες εγκάρσιες νευρώσεις. Έχουν γενικά λογχοειδές ή ωοειδές σχήμα, είναι ακέραια, δεν διαθέτουν μίσχο (πλην ελάχιστων εξαιρέσεων) και συνήθως περιβάλλουν το βλαστό. Τα άνθη τους είναι μικρά (4-40 χιλ.), έχουν πολύχρωμες αποχρώσεις και απαιτείται μεγέθυνση για να αναδειχθεί η εντυπωσιακή δομή τους.

Όλες οι ορχιδέες της Λέσβου είναι γεώφυτα. Σαν αναπτυγμένα φυτά, διαθέτουν κονδύλους ή ρίζωμα για την αποθήκευση εφεδρικών θρεπτικών ουσιών. Έτσι π.χ. τα γένη Orchis και Ophrys έχουν στρογγυλούς κονδύλους, το γένος Dactylorhiza έχει κονδύλους σε σχήμα δακτύλων, ενώ το γένος Epipactiw διαθέτει ρίζωμα. Οι δυο κόνδυλοι είναι διαφορετικοί μεταξύ τους σε μορφή και μέγεθος. Ο παλαιός κόνδυλος «χάνεται» μετά την άνθιση και αφού έχει ήδη υλοποιηθεί η επικονίαση – γονιμοποίηση και κατά συνέπεια η παραγωγή των σπόρων του φυτού.

Στα περισσότερα είδη τα φύλλα της βάσης εμφανίζονται την άνοιξη. Σε μερικά ορχεοειδή όμως όπως π.χ. το Spiranthes spiralis σχηματίζονται τα φύλλα της βάσης ήδη από το φθινόπωρο που ανθίζει και το φυτό. Αυτά τα είδη ξεχειμωνιάζουν με ένα ρόδακα ο οποίος σε περιπτώσεις βαρυχειμωνιάς παρουσιάζει την άνοιξη μια παγόπληκτη, κυριολεκτικά ταλαιπωρημένη εικόνα. Σε κάποια άλλα ορχεοειδή όπως π.χ. Dactylorhiza romana, Neotinea maculate ή Orchis iatalica, τα φύλλα είναι στικτά με πορφυρές κηλίδες ή ραβδώσεις. Στις ορχιδέες που φύονται σε ανοικτά -0 φωτεινά μέρη τα φύλλα τους είναι σχετικά μικρά και έχουν σχήμα μακρουλό και στενό. Αντίθετα, σ’ αυτές που προτιμούν σκιερά – καλυμμένα μέρη, όπως π.χ. η Listera ovata, τα φύλλα τους είναι σχετικά μεγάλα, φαρδιά και στρογγυλά, προφανώς για να ανταποκρίνονται καλύτερα στη διαδικασία της φωτοσύνθεσης.

Η εξάπλωση της οικογένειας των ορχεοειδών στη Λέσβο εκτείνεται γενικά και στις έξι (6) περιοχές βλάστησης που παρατηρούνται στο νησί. Όμως ιδιαίτερη εξάπλωση και ποικιλία έχει στην Τρίτη περιοχή βλάστησης δηλαδή αυτήν της ελιάς και του πρίνου. Τη μέγιστη συχνότητα παρουσίας παρατηρούμε στο νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού, δηλαδή από τον ορεινό όγκο του Ολύμπου μέχρι την ευρύτερη περιοχή Πλωμαρίου, γύρω από τον κόλπο της Γέρας και στη χερσόνησο της Αμαλής. Αυτό έχει την εξήγησή του κυρίως στη γεωλογική σύσταση των εδαφών του ανατολικού τμήματος της Λέσβου. Οι περισσότερες ορχιδέες προτιμούν γενικά τα ασβεστολιθικά εδάφη όπου η οξύτητα είναι βασική εξαιτίας της αυξημένης παρουσίας ασβεστίου.

 

Πηγή: Γιάννη Α. Καρατζά - Αλκμήνης Γ. Καρατζά. «Ορχιδέες, αγριολούλουδα της Λέσβου. Συμβολή στην απογραφή και επισκόπηση της ορχεοχλωρίδας της Λέσβου.» Εκδόσεις ΕΝΤΕΛΕΧΕΙΑ (Αγ. Ειρήνης 7 – 811.00 Μυτιλήνη. Τηλ-fax: 22510-44054. e-mail: promoline@les.forthnet.gr). ISBN: 978-960-7886-04-0.

 

ΣΠΑΝΙΕΣ ΟΡΧΙΔΕΕΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ

 

Πριν από χιλιάδες χρόνια, η μάνα Φύση αποφάσισε για τη Λέσβο προικίζοντάς την με μια μοναδική σε ποικιλία χλωρίδα. «Εύδενδρο» και «Λασία» την αποκαλούσαν στην προϊστορική περίοδο κι έτσι κατάφυτη παραμένει μέχρι σήμερα.

Στην κεντρική χερσόνησο της νήσου Λέσβου δεσπόζει ο ορεινός όγκος του Ολύμπου με υψόμετρο κορυφής τα 967 μ. και στις υπώρειές του, σε υψόμετρο περίπου 500 μ. βρίσκεται η κωμόπολη της Αγιάσου.

Όλη η περιοχή γύρω από τον Όλυμπο αποτελεί ένα φυτολογικό παράδεισο, ιδίως την εποχής της άνοιξης. Ανάμεσα σε δέντρα και θάμνους βρίσκεται ένα μεγάλο πλήθος κοινών φυτών αλλά και πολυάριθμα φαρμακευτικά φυτά (βότανα), καθώς και αρκετά άλλα σημαντικά και σπάνια για την Ελλάδα και την Ευρώπη φυτικά είδη.

Εκτός των γνωστών φαρμακευτικών φυτών μπιτόνικα ή σιδερίτη, βάλσαμου, φασκομηλιάς και άλλων, ευδοκιμούν και κάποια συνηθισμένα φυτά όπως η παπαρούνα, η ανεμώνη, η αγριοτριανταφυλλιά, οι διαφόρων τύπων μαργαρίτες, τα αγκάθια και πολλά άλλα.

Επίσης υπάρχουν και χαρακτηριστικά φυτά της περιοχής όπως το ορνιθόγαλο, η αριστολόχια, οι αυτοφυείς τουλίπες, η φριτιλάρια, οι παιώνιες, η αγριοβιολέτα, η ψωραλέα και άλλα.

Περιπόθητος όμως στόχος των παθιασμένων ερασιτεχνών αλλά και των εξειδικευμένων επιστημόνων είναι οι αυτοφυείς ορχιδέες. Πρόκειται για μερικά από τα πιο εντυπωσιακά και σπάνια ορχεοειδή της Λέσβου, της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης γενικότερα. Βέβαια στην ευρύτερη περιοχή της Αγιάσου, καθώς και σε πολλά άλλα μέρη του νησιού, υπάρχουν και πολλά άλλα είδη ορχεοειδών κοινά, σπάνια, αλλά και μερικές μοναδικές τοπικές παραλλαγές τους. Ανάμεσα στα πολυάριθμα ορχεοειδή του Ολύμπου ξεχωριστή θέση κατέχουν τα ακόλουθα:

  1. Το γένος Orchis. Το όνομα του γένους το έδωσαν οι δυο στρογγυλές ρίζες του φυτού που προσομοιάζουν σε ανδρικά γεννητικά όργανα. Η ονομασία του είδους Tridentata (τρίδοντος) προέρχεται από το σχήμα του χείλους του άνθους που χωρίζεται σε τρία οδοντωτά λοβία. Η ταξιανθία είναι σχετικά πυκνή και ημισφαιρική. Τα άνθη έχουν ανοιχτό έως σκούρο ροζ χρώμα, φέρουν το κωνικό πλήκτρο που χαρακτηρίζει το γένος (το οποίο όμως δεν έχει μέσα νέκταρ). Τα πλάγια σέπαλα και τα πέταλα του άνθους σχηματίζουν μια κουκούλα. Γονιμοποιείται από έντομα. Προτιμά ημισκιερές θέσεις με ασβεστολιθικά και ουδέτερα εδάφη σε ανοιχτά πευκοδάση και φρυγανότοπους. Ανθίζει από μέσα Απριλίου μέχρι τέλη Ιουνίου σε μέρη με υψηλό υψόμετρο.
  2. Το γένος Ophrys και συγκεκριμένα το είδος reinholdii, δηλαδή η ορχιδέα του Ράινχολντ. Είναι λεπτό φυτό, μεσαίου μεγέθους. Τα άνθη του διαθέτουν τριγωνικά ροζωπά σέπαλα με πράσινη κεντρική φλέβα. Τα πέταλα είναι επίσης τριγωνικά αλλά πολύ μικρότερα και λεπτότερα και έχουν το ίδιο περίπου χρώμα με τα σέπαλα. Το χείλος του άνθους μοιάζει με έντομο γιατί με τον τρόπο αυτό το φυτό ξεγελά με τα χρώματα, το σχήμα αλλά και το μίγμα ουσιών που εκλύει και που προσομοιάζουν με τις φερομόνες των θηλυκών εντόμων, τα άπειρα νεαρά αρσενικά έντομα που προσπαθούν να ζευγαρώσουν με το άνθος και έτσι το γονιμοποιούν. Προτιμά ασβεστολιθικά εδάφη και φύεται κυρίως σε φωτεινά πευκοδάση και φρυγανότοπους. Ανθίζει από τέλη Μαρτίου μέχρι αρχές Μαΐου.
  3. Limodorum abortivum. Το όνομα στο γένος αυτό το έδωσε ο Λέσβιος βοτανικός και φιλόσοφος Θεόφραστος. Πρόκειται για συνηθισμένο ορχεοειδές της Λέσβου, ιδιαίτερα εύρωστο και υψηλό που το βρίσκουμε συνήθως σε πευκώνες και καστανιώνες.  Διαθέτει ιδιαίτερα μακριές και βαθιές ρίζες. Ολόκληρο το φυτό έχει ιώδες χρώμα δίχως λίχνος πράσινων φύλλων. Το στέλεχος φέρει μικρά φυλλαράκια σαν λέπια. Τα άνθη του είναι μεγάλα, βιολετί απόχρωσης με μακρύ πλήκτρο.
  4. Το γένος Anacamptis (Ανάκαμπτος) σημαίνει στραμμένος προς τα πίσω και πήρε το όνομά του από τη θέση  που κατέχουν τα γυρεομάγματα πάνω στον ανθήρα. Το δεύτερο συστατικό του ονόματος του είδους, pyramidalis, δηλαδή πυραμοειδής, προέρχεται από το σχήμα της ταξιανθίας του φυτού. Είναι ποικιλόμορφο φυτό με λεπτά λογχοειδή φύλλα. Η ταξιανθία αποτελείται από πολλά μικρά και ρόδινα και εύοσμα άνθη. Το πλήκτρο είναι μακρύ τροχοειδές και κυρτό προς τα κάτω. Προτιμά ασβεστώδη ξηρά εδάφη και φυτρώνει σε παλιά σέτια, φρυγανότοπους, ελαιώνες, αλλά και πευκοδάση. Ανθίζει από τέλη Απριλίου μέχρι Μάιο, ενίοτε έως και αρχές Ιουνίου.
  5. Το γένος Cephalanthera πήρε το όνομά του από τη στρογγυλεμένη μορφή του ανθήρα που μοιάζει πραγματικά με κεφάλι. Το δεύτερο συστατικό του ονόματος που προσδιορίζει το είδος, longifolia, προήλθε από τα μακρόστενα λογχοειδή φύλλα του, καθόσον η λατινική αυτή λέξη σημαίνει μακρύφυλλος. Πρόκειται για σχετικά σύνηθες ορχεοειδές της ευρύτερης περιοχής του Ολύμπου. Χαρακτηρίζεται από το έρπον ρίζωμα, τα επαλλάσσοντα φύλλα, τη σταχυόμορφη ταξιανθία και τα σχεδόν κλειστά άνθη. Το φυτό αυτό πολλαπλασιάζεται κυρίως με το ρίζωμα. Προτιμά ημισκιερές τοποθεσίες σε παρυφές καστανιώνων ή πευκοδασών με ασβεστολιθική σύσταση εδάφους. Ανθίζει από Απρίλιο μέχρι τα τέλη Μαΐου.
  6. Το γένος Platanthera και το είδος holmboei πήρε το όνομά του από τις ελληνικές λέξεις «πλατύς» και «ανθήρας» που έχουν άμεση σχέση με το μέγεθος και τη μορφή του αναπαραγωγικού οργάνου του άνθους. Πρόκειται για σπάνιο ορχεοειδές της Λέσβου με ρίζες που έχουν κωνοειδή μορφή. Το στέλεχος φέρει φυλλαράκια ενώ συνήθως παρατηρούνται και δυο μεγαλύτερα πλατιά φύλλα στη βάση.
  7. Η βοτανολογική ατραξιόν της περιοχής είναι το Himantoglossum comperianoum ή μέχρι προ τινός γνωστό ως comperia comperiana. Κατέχει μια ιδιαίτερη θέση ανάμεσα στα πιο ενδιαφέροντα ορχεοειδή της Ευρώπης μιας και πρόκειται για ένα σπάνιο και δυσεύρετο ορχεοειδές της Ανατολής για το οποίο η Λέσβος και συγκεκριμένα ο ορεινός όγκος Ολύμπου της Αγιάσου θεωρείται ως το δυτικότερο όριο εξάπλωσής του. Οι γνωστότεροι παγκοσμίως τόποι που ευδοκιμεί είναι τα ψηλά βουνά της γειτονικής Μικρασίας, του Λιβάνου, της Συρίας και της Κριμαίας. Φυτρώνει κυρίως μέσα σε ορεινά πευκοδάση σε υψόμετρο πάνω από 600 μ. και προτιμά σκιερές τοποθεσίες με ασβεστολιθικά εδάφη. Ανθίζει συνήθως από τις αρχές Μαΐου μέχρι και όλο τον Ιούνιο. Το άνθος της ορχιδέας αυτής χαρακτηρίζεται από τις μακριές νηματοειδείς απολήξεις του χείλους, που φτάνουν και ενίοτε ξεπερνούν τα 4 εκ. σε μήκος.
  8. Υπάρχουν όμως στην ευρύτερη περιοχή της Αγιάσου και άλλα είδη του γένους Himantoglossum που αποικούν την ίδια περίπου περιοχή με την Comperia. Το γένος Himantoglossum πήρε το όνομά του από ελληνικές λέξεις ιμάντας και γλώσσα που έχουν σχέση με το μέγεθος και τη μορφή του χείλους. Τα άνθη του έχουν σκούρο ρόδινο χρώμα με πορφυρές κηλίδες στη βάση του χείλους. Το μεσαίο λοβίο του χείλους είναι διχαλωτό μήκους μέχρι 90 χιλ. και μήκους σχισμής 10-50 χιλ. Το φυτό αυτό προτιμά σκιερά ασβεστολιθικά εδάφη και φυτρώνει σε ακρώρειες δασών. Ανθίζει Ιούνιο με Ιούλιο.
  9. Κάτι όμως εντελώς νέο, σπανιότατο και ενδεχομένως μοναδικό είναι το υβρίδιο που έτυχε να εντοπίσω την άνοιξη του 2004, λίγο ψηλότερα από το Σανατόριο της Αγιάσου, ανάμεσα στα δυο προπεριγραφέντα είδη. Δηλαδή το Himantoglossum comperianoum και το Himantoglossum montis tauri. Πρόκειται για ένα μοναδικό φυτό που μέχρι τώρα δεν έχει αναφερθεί παρόμοιό του από κανέναν άλλο ερευνητή παγκοσμίως. Είναι προφανώς μια νέα βοτανική ατραξιόν της Αγιάσου και σίγουρα μια προσθήκη στις σπάνιες και ιδιαίτερα αισθητικές παρουσίες φυτών στη Λέσβο. Στο υβρίδιο αυτό δόθηκε το τιμητικό για την Αγιάσο όνομα Comptoglossum agiasense, I. Karatzas, nothogen, et spec.nat.nov.

 

Οι ορχιδέες αποτελούν τη μεγαλύτερη ίσως και ταυτόχρονα όμως και νεότερη οικογένεια φυτών στην οποία μάλιστα η εξέλιξη δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί.

Οι αναρίθμητες ιδιαιτερότητες και ιδιότητές τους εντυπωσιάζουν. Το απαράμιλλο κάλλος των λεπτεπίλεπτων ανθέων τους σαγηνεύει, ενώ συνεπαίρνει η αναζήτησή τους στην ανοιξιάτικη ύπαιθρο στις παρυφές του Ολύμπου. Οι αυτοφυείς ορχιδέες στη Λέσβο βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε κρίσιμη, οριακή θα λέγαμε, κατάσταση. Απειλούνται από υπερβόσκηση, εντατικοποίηση καλλιεργειών, υπερδόμηση της υπαίθρου και γενικά από πολλές αλόγιστες ανθρωπογενείς παρεμβάσεις στη φύση που αλλοιώνουν και καταστρέφουν τους βιότοπούς τους. Η γνωριμία με κάποιες από τις ορχιδέες της ευρύτερης περιοχής της Αγιάσου μακάρι να εμφυσήσει αγάπη και σεβασμό για τα φυτά αυτά και όλοι μας να μεριμνούμε στο μέλλον για την καλύτερη και αποτελεσματικότερη προστασία τους.

Στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα όλες οι άγριες ορχιδέες κατατάσσονται σε κατηγορία αυστηρής προστασίας. Αν τελικά διαχειριστούμε υπεύθυνα την παρουσία τους και προστατεύσουμε αποτελεσματικά τους βιότοπούς τους, μπορεί να κερδίσουμε πρόσθετους αναπτυξιακούς πόρους μέσα από εναλλακτικές μορφές οικολογικού τουρισμού.

 

(Ομιλία – Παρουσίαση του Γιάννη Α. Καρατζά στην κεντρική εκδήλωση της 1ης Γιορτής Κερασιού του Δήμου Αγιάσου. Κινηματοθέατρο Αναγνωστηρίου Αγιάσου, Κυριακή 10-6-2007, 7 μ.μ.)